«Σεβασμιώτατε», έλεγε ο κος Ματζώρος, γιατρός από την Λίμνη της Εύβοιας, στον μητροπολίτη Χαλκίδος κ. Χρυσόστομο (Βέργη), «δεν είμαι θρησκόληπτος και αγράμματος άνθρωπος, είμαι γιατρός και πρώην άθεος. Αρρώστησα. Εξετάσεις, έρευνες. Βγαίνει το πόρισμα: καρκίνος στο παχύ έντερο. Οι συνάδελφοί μου μού λένε όλη την επιστημονική αλήθεια. Καρκίνος βαρύτατης μορφής και σε μέρος που σχεδόν βέβαια οδηγούσε στο θάνατο. Βρίσκομαι στο Αντικαρκινικό Νοσηλευτικό Ίδρυμα «Παντοκράτωρ» στην Αθήνα. Μετά την γνωστοποίηση αυτή και ενώ μένω μόνος μου, στο κρεββάτι, έρχομαι στον εαυτό μου, στρέφω το νου, την ψυχή και την καρδιά μου στον Θεό που δεν πίστευα. Κάθομαι στο κρεββάτι, τα πόδια μου πατούν στο έδαφος. Μονολογώ, προσεύχομαι στον Θεό, ζητώ να με προσέξει: Θεέ μου, του λέγω, δεν σε πίστευα, έλεγα πως είσαι παραμύθι. Ο άνθρωπος και η επιστήμη, έλεγα, είναι το παν. Βλέπω όλα να μηδενίζονται. Δέξου την μετάνοιά μου και αν με κρίνεις άξιο θεράπευσε την αρρώστια μου με έναν Άγιο ολόσωμο που έχουμε στην περιφέρειά μας» (Άγιο Ιωάννη Ρώσσο).
Αυτό ήταν το πηγαίο και ειλικρινές ήμαρτον του γιατρού.
Κάποιος χτυπάει την πόρτα του.
-Εμπρός.
Ανοίγει η πόρτα. Ένας νέος γιατρός, ωραίος, καλωσυνάτος.
-Τί κάνεις γιατρέ; Ερωτά τον ασθενή κ. Ματζώρο. Πώς πας;
-Τί να κάνω συνάδελφε, ας το πούμε. Πεθαίνω.
-Όχι, γιατρέ, δεν πεθαίνεις. Ό,τι έχεις μέσα σου το παίρνω!
-Ποιός είσαι εσύ, νέε μου; Άσπρισαν τα μαλλιά μου στην επιστήμη και γνωρίζω τί έχω.
-Είμαι αυτός που ζήτησες προηγουμένως! Χαίρετε γιατρέ!
Στους διαδρόμους αμέσως ρωτάει να μάθει ποιός ήταν. Οι γιατροί του λένε: «Από τη στεναχώρια σου, συνάδελφε, σε δευτερόλεπτα, είδες αυτό το όνειρο». Όχι όμως, ο γιατρός είχε μιλήσει με το γιατρό πρώτα και με τον Άγιο μετά δεν γελιέται παρά επιμένει και γίνεται πάλι έρευνα. Πόσοι και πόσοι δεν είδαν τους δύο φακέλλους των εξετάσεων με τον καρκίνο και χωρίς αυτόν! «Σεβασμιώτατε, δεν είμαι θρησκόληπτος…Είδα τον Άγιο, θεραπεύτηκα! (…)»
10-4-1964